-
28
Oct
28 Οκτωβρίου και για όποιον ενδεχομένως δεν το γνώριζε, αυτή ήταν η ακριβής (βαθύτατα ποιητική, όσο και μεγαλειωδώς ανατριχιαστική) διατύπωση της τελευταίας μεγάλης άρνησης που ειπώθηκε από επίσημο στόμα στον ελλαδικό χώρο και την οποία τιμούμε πάλι (θεωρητικά τουλάχιστον) σήμερα. Και αυτή ήταν η ακριβής απαρχή του έπους που έγραψε με το αίμα της η τελευταία γενιά Ελλήνων που υπήρξε στην Ιστορία. Ακριβώς δηλαδή λίγο πριν την έναρξη της τελικής φάσης της μετάλλαξής τους σε Κωλοέλληνες…
Αυτό το γεγονός, το αίμα που συνολικά χύθηκε τότε επί τέσσερα ολόκληρα χρόνια, ήταν η τελευταία πράξη αντιστάσεως του πάλαι ποτέ λαού της αντιστάσεως, το κύκνειο τουτέστιν άσμα του, στη μέση μιας πορείας που είχε βεβαίως δρομολογηθεί αρκετά πριν. Μιας πορείας εκποιητικού εκσυγχρονισμού και εκπολιτιστικής εκπόρνευσης. Η τελευταία του πράξη, λίγο πριν υποταχτεί εκουσίως πια στα σκουπίδια. Επτά δεκαετίες πλέον αργότερα, απομείναμε παραδομένοι στην παρακμή και την ασυναρτησία, τυφλοί και αμνησιακοί, να ακούμε λόγια για έργα του παρελθόντος, που είναι όμως πια πολύ μακριά από μας ώστε να μπορούν να μας αγγίξουν. Πώς να ακουστεί δηλαδή πια στ’ αυτιά σου η λέξη αυταπάρνηση στους καιρούς της απόλυτης αποθέωσης του ψυχωτικού ατομοκεντρισμού; Νευρωτικά υποχείρια του Τίποτα, κενά και θλιβερά σαρκία, που απέμειναν να περιφέρονται δίχως νόημα και σκοπό και να προσκυνούν ειδωλόθυτα. Μα κι αν κάτι πάει κάποια στιγμή ν’ αναριπίσει μέσα σου, αυτός ο τόπος πια δεν το αφήνει. Αυτός ο τόπος, που τον λυμαίνονται γονυκλινείς ριψάσπιδες, τρομαγμένες απ’ τον ίδιο τους τον ίσκιο πολιτικές καρικατούρες, πλανεμένοι ιεράρχες, διανοητικώς καθυστερημένοι δημοσιοκάφροι και γραικύλοι ψευτοκουλτουριάρηδες, σε τραβάει πια συνεχώς προς τα κάτω, δεν σε αφήνει να ξαναβγείς πια στο φως. Με την προκάτ εμπλοκή στα αγχωτικά γρανάζια του μεροκάματου, με την απειλή του πληθωρισμού, με την απόλυτη ηλιθιότητα των βοθροκάναλων, με τη φασιστική ιδεολογική τρομοκρατία μιας δήθεν αριστερόφρονος και προοδευτικής πλέμπας, που εξεμεί τη φωταδιστική της υστερία ενάντια σε κάθε τι το αυτονόητο και εκσπερματώνει χύδην πάνω σε κάθε τι το αυθεντικό. Αυτός ο τόπος πια έχει ταχθεί για να σε βουλιάζει, κάθε μέρα που περνάει όλο και πιο πολύ, μέσα στα αφόρητα και βρωμερά σκατά του…
Κι εμείς εδώ πάνω στη Θράκη να βλέπουμε γύρω μας καθημερινά όλο αυτό το απόλυτο Τίποτα – και ίσως εμείς με τρόπο ακόμη πιο εκκωφαντικό. Περιβαλλόμενοι διηνεκώς από θεραπαινίδες, υποσούργελα και ανθυπορουφιανίδια, ων ουκ έστιν αριθμός. Περιβαλλόμενοι ασφυκτικά από γελοία κομματικά μειράκια, χαμερπείς ψηφοτσομπάνηδες και απίστευτους ηλιθίους, αυτοφερόμενους ωστόσο ως ευφυείς και ικανούς, υπό τις ευλογίες βεβαίως πάντοτε μίας άχρωμης, συρφετώδους και αενάως υπνώττουσας ανθρωπομάζας, που το μόνο υγρό όνειρο που ίσως της απέμεινε πλέον για να θωπεύει διεγερτικά τη ζώνη του μαλακού της υπογαστρίου (καθώς κατ’ ουσίαν αναμένει πια μόνο την ώρα που ως σκέτος χους εις σκέτον χουν απελεύσεται), είναι να πουλήσει το Φίατ, για να πάρει Κομπρέσορ και να την περιφέρει τροπαιοφόρος και πανσθενής στις (βαβαιάξ) εκπάγλου πλάτους και κάλλους λεωφόρους της φριχτής Γκατζολούπολης και της ελεεινής Μπέλας Γκιουμουλτζίνας…
Πόσο εξωφρενικό να είναι ωστόσο όλο αυτό το απίστευτο περίττωμα που συναντούμε γύρω μας καθημερινώς μέσα στην τραγική θυμηδία του ελεεινού πολιτικού και πνευματικού προτεκτοράτου; Και γιατί να είναι άραγε; Μην σοκάρεστε – και κυρίως μην κάνετε σαν μικρά παιδιά που βγήκαν ξαφνικά στον κόσμο. Γιατί δηλαδή ετούτο το βύθιο σύγχρονο μικροελλαδίτικο Μηδέν θα έπρεπε να έχει να επιδείξει κάτι καλύτερο στη θλιβερή βιτρίνα του; Αφήστε τώρα τους λίγους που κόντρα στη λογική και το ρεύμα των Καιρών μπορούν και μας κρατάνε ακόμα στη ζωή, ζώντας αυτεξουσίως οι ίδιοι σε κάποιες φυλακές, ως ελεύθεροι και ωραίοι. Εγώ σας μιλώ για τη βιτρίνα. Τοιούτοι λοιπόν έπρεπον ημίν χυδαίοι πολιτικάντηδες, μιζόπουλοι υπουργοί, εκκοσμικευμένοι κληρικοί, άσχετοι και φονιάδες γιατροί, γελοίοι και αγράμματοι καθηγητές, κλέφτες έμποροι, απατεώνες εργολάβοι, ανύπαρκτοι συλλήβδην επί ανυπάρκτων και μηδενικά επί μηδενικών και σκύβαλα επί σκυβάλων. Πού το παράξενο δηλαδή; Σαρξ εκ της σαρκός ημών – όλοι τους. Τρεις συνεχόμενες γενεές κωλοελλήνων ώδινον – και είναι λίγα χρόνια τώρα που φυσιολογικά πλέον γεννοβολούν, εξεμώντας και εκβάλλοντας τα ποικιλόμορφα σκατά τους προς πάσαν δυνατήν κατεύθυνσιν…
Alors, c’est la guerre. Πάντοτε ανατριχιαστικά μεγαλειώδες, κενό πλέον ωστόσο, φοβάμαι, παντός νοήματος. «Τότε λοιπόν, πόλεμος». Προς τα πού όμως να το ξανα-πρωτοπείς επτά δεκαετίες αργότερα, επτά ολόκληρες δεκαετίες αλαλάζουσας βλακείας, εξουθενωτικής αμνησίας και έρπουσας υποταγής; Επτά ολόκληρες δεκαετίες, που μάθαμε μονάχα να μηρυκάζουμε ενδοτισμούς και κρετίνικες ονειρώξεις ευμάρειας ή να ψιθυρίζουμε μιθριδατικά «δε βαριέσαι» και «δεν πειράζει»; Πώς να ξαναπείς τελικά κάτι τόσο αυτονόητο ίσως, που όμως πολύ απλά πρέπει να το φωνάξεις, γιατί από την ίδια του τη φύση ασφαλώς δεν μπορεί να προφερθεί δια ψιθυρισμού; Οι Μήδοι είναι πάντα εδώ και επιχειρούν να διαβούνε. Βρίσκονται έξω από τα σύνορα, βρίσκονται εντός των τειχών, βρίσκονται και μες στους ίδιους τους εαυτούς μας. Έχει απομείνει άραγε κάποιο γονίδιο ζωντανό, κάποια έστω απλή ανάμνηση, από εκείνη τη στερνή γενιά των αυθεντικών Ελλήνων;
Ο ΕΞ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ
- Published by ndap in: Αρθρα & απόψεις Τοξικά
- If you like this blog please take a second from your precious time and subscribe to my rss feed!
Leave a Reply