-
15
Jun
Βρισκόμαστε πιὰ στὰ μισά τοῦ 2005, ἀγαπητοὶ φίλοι, καὶ αὐτὸ ποὺ συμβαίνει στὰ πολιτικὰ μας δρώμενα εἶναι πραγματικὰ πρωτοφανές! Ἀπὸ τὴ μία ἔχεις μία κυβέρνηση ποὺ τὶς μονὲς μέρες ἀνακοινώνει ἀντιλαϊκὰ μέτρα καὶ τὶς ζυγὲς ὑποπίπτει σὲ γκάφες, ἀλλὰ γιὰ πρώτη φορά στὰ χρονικὰ ἡ ἀντιπολίτευση δὲν μπορεῖ αὐτὸ νὰ τὸ ἐκμεταλλευτεῖ, γιατί καὶ σ’ αὐτὴν ἐπικρατεῖ τὸ ἴδιο ἀκριβῶς ἀλαλούμ! Ἔ, κι ἔπειτα εἶναι καὶ ἡ τηλαυγὴς προσωπικότητα τοῦ προέδρου της, ἔ; Ποιὸς νὰ πιστέψει τώρα ὅτι ἐτοῦτος εἶναι ἱκανὸς κάποια στιγμὴ νὰ κυβερνήσει τὴ χώρα; Πλάκα μοῦ κάνετε; Ἐδῶ δὲν μπορεῖ νὰ κυβερνήσει ὄχι μόνο τὸ κόμμα του, ἀλλὰ οὔτε κἄν τὴν ἴδια του τὴ γλῶσσα!
Πάντως σὲ σχέση εἰδικὰ μ’ αὐτὸ τὸ τελευταῖο, ὑπάρχει, ρὲ παιδιά, κάτι ποὺ ἐμένα τοὐλάχιστον μέ ἀπασχολεῖ πιὰ πολὺ ἔντονα: ὅσο περνάει ὁ καιρός, ὅλο καὶ περισσότερο πείθομαι γιὰ τὸ ὅτι ἡ ἐκλογὴ προέδρων στὸ ΠΑΣΟΚ τὰ τελευταῖα χρόνια ποὺ ἔχουν διδαχθεῖ τὴν ἑλληνικὴ σὲ τεχνικὸ γυμνάσιο στὰ Τίρανα (σ.σ. νυχτερινό), δὲν μπορεῖ ὡς γεγονὸς νὰ εἶναι τυχαία! Λέτε, μωρέ, νὰ ὑπάρχει πλέον στὸ καταστατικό τοῦ κόμματος καμμιά σχετικὴ ποινικὴ ρήτρα καὶ νὰ μήν τὸ ξέρουμε; Γιατί ἀλλιῶς, ρὲ γαμῶτο, δὲν μπορεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ!
Παραθέτω ὡς παράδειγμα τὸ νέο ρητορικὸ μνημεῖο (τοῦ… κατήφορου), ποὺ ἔστησε πρὶν ἀπὸ λίγες μέρες ὁ Γιωργάκης σὲ ἐπαρχιακὴ συγκέντρωση τοῦ ΠΑΣΟΚ. Ἀπολαῦστε ἐσεῖς τώρα ἀπόσπασμα: «Βλέπουμε τὸν κατήφορο… (παύση – «φτοὺ γαμῶτο, λάθος ἔκανα»)…ἕναν κατήφορο («τώρα τὸ διόρθωσα») ποὺ ἔχει πάρει ἡ Νέα Δημοκρατία (τουτέστιν, ἕναν κατήφορο- κατήφορο, ποὺ θὰ ’λεγε κι ἡ κυρά-Εὐτέρπη τῆς γειτονιᾶς μου – ἄν καὶ μεταξὺ μᾶς βεβαίως ὀρθὴ ἡ διευκρίνιση, καθότι πράγματι ΕΝΑΣ εἶναι…). Καὶ αὐτὸς ὁ κατήφορος (προσέξτε τώρα ρῆμα αἰσθήσεως σημαντικόν) ἀκούγεται σὲ κάθε μέρος, σὲ κάθε γειτονιὰ (προφανῶς ὁ… ποιητὴς ἐννοεῖ ὅτι πρόκειται γιὰ φαινόμενον πλέον πανθομολογούμενον). Ἀλλὰ ἐμᾶς δὲν μἂς νοιάζει ὁ κατήφορος τῆς Νέας Δημοκρατίας (ΟΚ ἕως ἐδῶ). Ἐμᾶς μᾶς νοιάζει ὁ κατήφορος τῆς Νέας Δημοκρατίας (τί ἔγινε, ρὲ παιδιά, τὸ μετάνιωσε;)… νὰ μήν παρασύρει καὶ τὴ χώρα (ἔ, εἶπα κι ἐγώ) καὶ νὰ μήν τὴ φέρει (ὄπα, στόπ, τώρα χρειάζεται ἐμπρόθετος τοῦ τόπου – μήν ἀφήνουμε καὶ γεωγραφικὲς ἀσάφειες) στὸν κατήφορο (ἔεεετσι μπράβο!)…στὸν κατήφορο ποὺ ἔχει πάρει φόρα (ναὶ – καί, ἂν δὲν ἀπατῶμαι, κατηφορίζει κιόλας)». Προλάβατε, μωρέ, ὅλοι οἱ φιλόλογοι νὰ τὰ σκίσετε τὰ πτυχία σας ἢ νὰ τὸ ξαναγράψω;
Φτάνει ὅμως τόσο, ἔ; Δὲν θέλω νὰ μέ πεῖτε καὶ προκατειλημμένο μέ τὸν Γιῶργο, ὁπότε σταματῶ ἐδῶ καὶ ὁρκίζομαι ὅτι δὲν θὰ ξαναγράψω πλέον τίποτα γι’ αὐτὸν (μέχρι τὸ ἑπόμενο φῦλλο). Ἀφήνω λοιπὸν τὸν Γιωργάκη καὶ περνάω πάραυτα στὸν… Μανουσάκη. Καθότι πολὺ καιρὸ ἔχω βεβαίως νὰ ἀσχοληθῶ μέ τὸ (ἐπὶ τοῦ ὁμωνύμου χαρτοπολτοῦ βασιζόμενον) τρισμέγιστον σταχτοπουτ(αν)οειδὲς τηλεοπτικὸν ἐγχείρημα τοῦ μεγάλου auteur καὶ ὁμολογῶ ὅτι μ’ ἔχει καταλάβει στερητικὸ σύνδρομο. Καὶ εἰδικὰ βεβαίως τώρα, ποὺ τὸ ἐν λόγῳ ἐγχείρημα ἔχει πλέον καταντήσει «Ἡ μέρα ποὺ ὁ Νίκος (Ξανθόπουλος) γνώρισε τὴ Χούλια», καθὼς ἔπαψε νὰ εἶναι ἁπλῶς μία ἀπευθυνόμενη σὲ διανοητικὰ καθυστερημένους γελοιότητα, ἀλλὰ ξεπερνώντας καὶ τὴν πιὸ ὀργιάζουσα φαντασία, ἔχει πιὰ μεταλλαχθεῖ σὲ κρᾶμα δακρύβρεκτου ἑλληνικοῦ καὶ τουρκικοῦ μελὸ τῆς δεκαετίας τοῦ ’60. Καὶ ἐπειδὴ ἐγὼ βεβαίως, ἀγαπητοὶ φίλοι, καταλαβαίνω τὸν πόνο καὶ τὴν ἀδημονία σας γιὰ τὸ τί θὰ γίνει τελικά, ἀποφάσισα νὰ πάψω νὰ σᾶς κρατάω σὲ ἀγωνία καὶ νὰ σᾶς ἀνακοινώσω σήμερα τὸ τέλος αὐτῆς τῆς τραγικῆς ἐρωτικῆς ἱστορίας, ὅπως καὶ ὁ ἴδιος τὸ πληροφορήθηκα ἀπὸ τοὺς προσωπικοὺς μου ρουφιάνους…
ΠΑΜΕ ΛΟΙΠΟΝ: στὴν Κομοτηνὴ ὁ Μουράτ, κάτω ἀπὸ τὴν κατακραυγὴ τοῦ μειονοτικοῦ περιβάλλοντος, παραιτεῖται ἀπ’ τὸ σχολεῖο καὶ ψάχνει γιὰ νέα δουλειά. Τελικά, μετὰ ἀπὸ πολλὲς ἄκαρπες προσπάθειες, ἀναλαμβάνει νὰ πουλάει βρακιὰ στοῦ Πέτσα. Τὸν βρίσκουν ὅμως νέες δυστυχίες, γιατί ἡ μητέρα του ἕνα πρωὶ σαβουρντίζεται σὲ μιὰ λακκούβα στὴ μέση τῆς Λεωφόρου Ἡρώων, σπάζει τὸ πόδι της καὶ τὴν πηγαίνουν στὸ Σισμανόγλειο, ὅπου μετὰ ἀπὸ τὴν ἔγκυρη διάγνωση τῶν γιατρῶν, χειρουργεῖται στὴ σκωληκοειδίτιδα. Παθαίνει ὅμως ἐπιπλοκές, μεταφέρεται ἐσπευσμένα στὸ Πανεπιστημιακὸ Νοσοκομεῖο τῆς Ἀλεξανδρούπολης καὶ μετὰ ἀπὸ διάφορες περιπέτειες (τραχειοστομία, λαπαρο- σκοπική χολεκτομή, ὁλική μαστεκτομή, ἀνόρθωση στήθους – τοῦ ἄλλου, ἐννοεῖται -, κροταφική λοβεκτομή, διαμερισματοποίηση στομάχου, ἐγχείρηση προστάτη, ὁλική ἀρθροπλαστική ἰσχίου, ὑστερεκτομή, κύστη κόκκυγα, ριζικὴ ἀποτρίχωση μέ φωτόλυση, ἐξαγωγὴ φρονιμίτη καὶ συντηρητικὴ θεραπευτικὴ ἀγωγὴ γιὰ αἱμορροΐδες) τελικὰ πεθαίνει. Ἀπαρηγόρητος ὁ Μουρὰτ ἀνεβαίνει στὴν ταράτσα τοῦ Πέτσα κι ἀρχίζει νὰ κλαίει σπαραχτικὰ ἀνάμεσα στὶς ὑπερμεγέθεις σωβρακοφωτογραφίες καὶ τὶς εὐρωπαϊκὲς σημαῖες (γκρὸ πλάν Μανουσάκη πάνω στὸ ὅλον συνονθύλευμα, νέο γκρὸ πλάν πάνω στὶς κοπριὲς ἑνὸς σκύλου στὴ μέση τῆς Βενιζέλου καὶ ἔπειτα ἐλλειπτικὸ πλάνο πρὸς τὸ βάθος τῆς Ἑρμοῦ, ὅπου πάνω σ’ ἕνα μιναρὲ φωνάζει ἕνας χότζας – μέ τὴν ὅλη σεκὰνς νὰ παραπέμπει στὸ προφανὲς σχόλιο «Κῶλος γίναμε μέ τὴν πολυπολιτισμικότητα, τὰ κάναμε σκατὰ καὶ μᾶς τιμώρησε ὁ Ἀλλάχ»). Μετὰ ἀπ’ ὅλα αὐτά, στέλνει γράμμα στὴ Χριστίνα ἐξηγώντας της ὅτι ὅλα πρέπει νὰ τελειώσουν ἀνάμεσά τους. Ἐκείνη εἶναι ἤδη ἀπαρηγόρητη, καθὼς μετὰ τὸν πατέρα ἔχει μόλις χάσει ἀπὸ ἀτύχημα καὶ τὴ μητέρα της (σ.σ. τὴν τσαλαπάτησαν τὰ χαράματα τῆς 22ας Μαΐου ἀφηνιασμένες θαυμάστριες τῆς Παπαρίζου), ὁπότε ἔρχεται καὶ τὸ γράμμα καὶ τὴν ἀποτελειώνει. Τρελὴ ἀπὸ ἀπόγνωση τὸ ρίχνει στὰ ναρκωτικά, ἀρχίζει νὰ ἐκδίδεται στὴν ὁδὸ Φυλῆς, τελικὰ ὄμως συνέρχεται καὶ τὰ φτιάχνει μέ Ξανθιώτη κατσίβελο, ποὺ πουλάει στὴν Ὁμόνοια πειρατικὰ CD μέ τὶς μεγάλες ἐπιτυχίες τοῦ μπατζανάκη του (σ.σ. «Χάιντε μάλε τσικουλάτα τσίκι-τσίκι-ντάν») καὶ ἀποκτᾶ νέο σκοπὸ στὴ ζωή της, βοηθώντας τον νὰ ξεπεράσει τὰ προβλήματα ὑγείας του, δηλ. ἕνα κομμένο πόδι ἀπὸ γάγγραινα, τύφλωση 87%, ὑδροκήλη στὸν ἀριστερὸ ὄρχι, σκλήρυνση κατὰ πλάκας καὶ μηνίσκο (στὸ ἄλλο πόδι). Ἐνῶ ὅμως ἡ Χριστίνα βρίσκει τελικὰ τὸν δρόμο της, τὸ τέλος τοῦ Μουρὰτ εἶναι τραγικό: ἕνα πρωί, ἐνῶ περνάει ἔξω ἀπ’ τὴ Νομαρχία, πέφτει πάνω σὲ ἐξαγριωμένους διαδηλωτὲς τῆς Ἐπιτροπῆς Κατοίκων Καρυδιᾶς – Πανδρόσου, τρώει ἀπὸ λάθος στὸ κεφάλι ἕνα πλακὰτ καὶ καθὼς βγαίνει παραζαλισμένος στὸν δρόμο, τὸν χτυπάει καὶ μέ τὸ ἁμάξι του ὁ μέ ἰλιγγιώδη ταχύτητα διερχόμενος ἀπὸ ἐκεῖ ἐκδότης τοῦ «Ἀντιφωνητῆ» (τὴν ὥρα ποὺ πήγαινε νὰ συναντήσει ἕναν Παλαιστίνιο τῆς «Χαμάς» καὶ τρεῖς Κούρδους πολιτικούς πρόσφυγες). Ἔτσι ὁ Μουρὰτ μεταφέρεται ἐσπευσμένα στὸ Σισμανόγλειο, ἀλλὰ παρὰ τὴν ἔγκαιρη θεραπευτικὴ ἀγωγὴ ποὺ τοῦ παρέχεται (σ.σ. γιὰ πνευμονία) τελικὰ ὑποκύπτει. Χάιντε μάλε καὶ ζωὴ σὲ λόγου μας…
Καὶ ἔτσι ἀκριβῶς, ἀγαπητοὶ φίλοι, τελειώνει τὸ περίφημο «Μὴ μοῦ λὲς ἀντίο». Μὴ μοῦ στενοχωριέστε ὅμως ἐσεῖς οἱ φανατικοὶ ὀπαδοὶ τῆς σειρᾶς, γιατί πολὺ σύντομα ὁ Μανοῦσος θὰ μᾶς χαρίσει καὶ τὸ σίκουελ. Ἀπὸ τοῦ χρόνου λοιπόν, παρακολουθεῖστε στοὺς δέκτες σας τὶς περιπέτειες τοῦ γιοῦ τοῦ κατσίβελου καὶ τῆς Χριστίνας, ποὺ μετά τὸ τέλος τῆς σχέσης του μέ πάμπλουτη 88χρονη ἀπὸ τὸ Κολωνάκι, θὰ νικήσει στὸ «FAME STORY», θὰ τὰ φτιάξει μέ τὴν Ἀλεξάνδρα Πασχαλίδου καὶ μετὰ θὰ τὴν κερατώσει μέ τὸν ξάδερφό της. Θὰ μπορέσει ἄραγε τελικά, ἔπειτα καὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἐξέλιξη, νὰ πάρει τὸ χρῖσμα γιὰ νὰ μᾶς ἐκπροσωπήσει στὴν ἑπόμενη Γιουροβίζιον; Ἡ συνέχεια ἐπὶ τῆς μικρῆς ὀθόνης. Ἀναμένουμε κάθιδροι…
- Published by ndap in: Τοξικά
- If you like this blog please take a second from your precious time and subscribe to my rss feed!
Leave a Reply