-
16
Mar
Ἀπό τήν πρόσφατη, ἐξαιρετικά ἐνδιαφέρουσα διάλεξη τοῦ Νίκου Κόκκα στήν Ξάνθη (Ἵδρυµα Θρακικῆς Τέχνης & Παράδοσης, 28-2-05) γιά τούς Ποµάκους τῆς Βουλγαρίας ἐπιλέξαµε κάποια σηµεῖα πού εἴτε εἶναι δυσεύρετα εἴτε παρουσιάζουν λαογραφικό ἐνδιαφέρον. Νά σπάσει κάπως καί ἡ µονοτονία τῆς ἱστορικοπολιτικῆς µας θέασης…
…Οἱ Ποµάκοι τῆς Κεντρικῆς Ροδόπης ἀποτελοῦν τὴν πιὸ συµπαγὴ ὁµάδα σλαβόφωνων µουσουλµάνων. Τοὺς συναντᾶµε κατὰ µῆκος τοῦ ποταµοῦ Ἄρδα στὶς περιοχὲς Σµόλιαν, Ντέβιν, Νευροκόπι (Γκότσε Ντέλτσεβ) καὶ µέχρι τὴν Πέστερα καὶ τὸ Ἀσένοβγκραντ (Στενήµαχο). Στὸ δυτικὸ τµῆµα τῆς Ροδόπης οἱ Ποµάκοι φτάνουν τὴν κοιλάδα τοῦ Νέστου καὶ τὸ ὄρος Πιρὶν ἐνῶ στὰ ἀνατολικὰ ἡ διαχωριστικὴ γραµµὴ µέ τοὺς Τούρκους τοῦ Κίρτζαλι περνάει ἀπὸ τὸ Ἄρντινο καὶ τὸ Ζλάτογκραντ, ἂν καὶ µεµονωµένα ποµακοχώρια συναντᾶµε καὶ µέχρι τὸν ποταµὸ Ἕβρο. Τὸ 1989 τὸ Ὑπουργεῖο Ἐσωτερικῶν τῆς Βουλγαρίας µίλησε γιά 268.971 Ποµάκους.
Ἡ ὕπαρξη µουσουλµανικῶν νησίδων στὰ Βαλκάνια ἀποτελεῖ κληρονοµιὰ τῶν πέντε αἰώνων Ὀθωµανικῆς παρουσίας. Βασικὴ συνέπεια τῆς ἐγκαθίδρυσης τῆς Pax Ottomana ἦταν ἡ κατάργηση τῶν κρατικῶν ὁρίων, γεγονὸς ποὺ διευκόλυνε τὶς κινήσεις τῶν πληθυσµῶν καὶ τὴν ἀλληλοδιείσδυση διαφορετικῶν ἐθνο-πολιτισµικῶν ὁµάδων σὲ µία ἀχανή ἔκταση. Σχετικὰ µέ τὶς φάσεις ἐξισλαµισµοῦ τῶν κατοίκων τῆς Ροδόπης, ἡ ἀνάλυση τῶν Ὀθωµανικῶν φορολογικῶν ἀρχείων γιὰ τὰ χωριὰ τῆς δυτικῆς Ροδόπης µᾶς δίνει ἰδιαίτερα ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα. Σύµφωνα µέ αὐτὰ, τὸ 1635 ὑπῆρχαν 1623 χριστιανικὰ νοικοκυριὰ σὲ 29 χωριά. Μετὰ ἀπὸ 25 χρόνια τὰ Ὀθωµανικὰ ἀρχεῖα ἀναφέρουν µόνον 948 χριστιανικὰ νοικοκυριά. Τὰ ἀρχεῖα συχνὰ µνηµονεύουν τὰ σλαβικὰ ὀνόµατα τῶν πατεράδων τῶν φορολογουµένων π.χ. Ἀµπντουλλάχ, γιὸς τοῦ Ἰβάν, µαρτυρία τοῦ ἐξισλαµισµοῦ ἀτόµων µέ σλαβικὴ καταγωγή.
Ὁ ἐξισλαµισµὸς τῶν Ποµάκων σίγουρα δὲν ἦταν ἀποτέλεσµα µίας ἁπλῆς διοικητικῆς πράξης. Ἦταν µία ἀργή διαδικασία ποὺ διήρκεσε πολλοὺς αἰῶνες καὶ κορυφώθηκε κατὰ τὸν 17ο αἰώνα. Νεώτερες µελέτες ἀναδεικνύουν ὡς βασικὴ αἰτία τοῦ ἐξισλαµισµοῦ τὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴ δυσβάσταχτη φορολογία ἐνῷ παράλληλα τονίζουν πὼς ὁ ἐξισλαµισµὸς ἦταν σταδιακός, εἶχε ἤδη ξεκινήσει ἀπὸ τὸ πρῶτο ἤµισυ τοῦ 16ου αἰώνα καὶ συνεχίστηκε µἔχρι τὸν 18ο αἰώνα καὶ ἀργότερα. Ἡ µελέτη τῶν ὀθωµανικῶν καταστιχώσεων µᾶς δίνει πολύτιµες πληροφορίες γιὰ τὴ φορολογία ποὺ ἔπρεπε νὰ πληρώνουν οἱ χριστιανικοὶ πληθυσµοί. Ὅταν ἕνα νοικοκυριὸ στρέφονταν πρὸς τὴν Ἰσλαµικὴ θρησκεία διαγράφονταν ἀπὸ τὰ φορολογικὰ µητρῶα καὶ ὁ φόρος ἀνακατανέµονταν στὰ ὑπόλοιπα χριστιανικὰ νοικοκυριά. Κατὰ τὸ 2ο ἥµισυ τοῦ 17ου αἰ. παρατηρεῖται θεαµατική µείωση τοῦ ἀριθµοῦ τῶν χριστιανικῶν νοικοκυριῶν, σὲ ὁρισµένες περιοχὲς ἀπὸ 50% µέχρι 70%. Ἔτσι, ἡ θρησκευτικὴ µεταστροφή, βασισµένη πρῶτα πρῶτα σὲ οἰκονοµικοὺς λόγους, µπορεῖ νὰ γινόταν εἴτε σὲ προσωπικὸ ἐπίπεδο εἴτε σὲ ἐπίπεδο οἰκογένειας ἢ καὶ ὁλόκληρης κοινότητας.
Ὁ Βούλγαρος ἱστορικὸς Ν. Τοντόροβ ἐξιστορώντας τὸν ἐξαναγκαστικὸ ἐξισλαµισµὸ τῶν κατοίκων τῆς Ροδόπης παραθέτει πολλὲς ἱστορικὲς µαρτυρίες ἀπὸ χρονικὰ καὶ πηγές. Ἀναφέρει ἐπίσης πὼς δὲν ὑπάρχει χωριὸ Ποµάκων στὴ Ροδόπη δίχως τὸ τοπωνύµιο «Καβούρσκο Γκρόµπιε» (τάφοι τῶν ἀπίστων), ὅπου ὅλοι γνωρίζουν πὼς εἶναι θαµµένοι χριστιανοί. Προσθέτει ἐπίσης τὰ πάµπολλα τοπωνύµια τῆς Ροδόπης «Μόµιν κάµεν», «Μόµιν βργ», «Μόµιν βίρ», Νεβέστα» κλπ ποὺ σχετίζονται µέ παραδόσεις γιὰ τὴν αὐτοκτονία Ροδοπαίων κοριτσιῶν προκειµένου νὰ ἀποφύγουν τὴ σύλληψη ἀπὸ τοὺς Τούρκους.
Ὁ Γάλλος Paul Luca διασχίζοντας τὴν Κεντρικὴ Ροδόπη τὸ 1706 διανυκτέρευσε γιὰ ἕνα βράδι στὸ Πασµακλὴ (Σµόλιαν). Ἐντυπωσιάστηκε ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ µουσουλµάνοι στὸ Πασµακλή µιλοῦσαν µία παρεφθαρµένη µορφὴ βουλγαρικῆς.
Τὸ 1854 ὁ Βούλγαρος ἱστορικὸς καὶ ποιητής Γκιόργκι Ράκοφσκι ὁλοκληρώνει τὸ ποιητικὸ ἔργο του «Ταξιδευτὴς τοῦ δάσους» (Gorski Pitnik), τὸ ὁποῖο τυπώνεται τρία χρόνια ἀργότερα στὸ Νόβι Σάντ. Ὁ Ράκοφσκι ἀναφέρεται στοὺς Ποµάκους γράφοντας: «Στὴ Βουλγαρία ὑπάρχει ἕνας λαὸς ποὺ ὀνοµάζονται Ποµάκοι.» Ὁ Ράκοφσκι ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ ἑρµήνευσε τὴ λέξη Ποµάκος ἀπὸ τὸ ρῆµα «pomagam”, θεωρώντας τὴ λέξη «Pomak” ἰσοδύναµη τῆς λέξης «pomagach” (βοηθός), πιστεύοντας ὅτι οἱ Βούλγαροι στρατιῶτες ποὺ βοήθησαν τοὺς Ὀθωµανοὺς Τούρκους στὶς ἐπιδροµὲς τοὺς ὀνοµάστηκαν «βοηθοί». Ἐξετάζοντας τὴν ἐτυµολογία τῆς λέξης Ποµάκος καὶ πρὶν καταλήξει ὅτι ἡ λέξη προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆµα «pomagam» (βοηθῶ) παραθέτει ἕνα παλιὸ δηµοτικὸ τραγούδι:
«Πῆγε τὸ παλικάρι, πῆγε ὁ Ποµάκος Σὲ πόλεµο σκληρὸ τῶν Τατάρων. Τὸν πλήγωσαν, τὸν τραυµάτισαν. Μὲ τριακόσιες τουφεκιὲς Μὲ τρία Τατάρικα βέλη. Πέφτει τὸ παλικάρι, πέφτει ὁ Ποµάκος Σὲ βαθὺ φαράγγι Κάτω ἀπὸ ἕνα πράσινο δένδρο. Τὸ παλικάρι κλαίει, τὸ παλικάρι κλαίει Κάτω ἀπὸ ἕνα δένδρο. Πάνω στὸ δένδρο, πάνω στὸ δένδρο Εἶναι ἕνα πουλὶ γεράκι. Καὶ τοῦ µίλησε, τοῦ µίλησε Τὸ πουλὶ τὸ γεράκι: -Πέθανε παλικάρι, πέθανε Ποµάκε Νὰ σοῦ φάω, νὰ σοῦ φάω Τὴ λευκή σου σάρκα Νὰ σοῦ πιῶ, νὰ σοῦ πιῶ Τὸ µαῦρο σου τὸ αἷµα. Ἀπάντησε τὸ πληγωµένο παλικάρι Τὸ παλικάρι µέ τὸ µεγάλο τραῦµα: -Ἔι ἐσύ, ἔι ἐσὺ πουλὶ γεράκι, Μὴ µέ κάνεις Νὰ ἀνοίξω τριακόσιες πληγὲς Πληγές, τρία Τατάρικα βέλη! Ἀπάντησε, ἀπάντησε Τὸ πουλὶ τὸ γεράκι: – Σώπα παλικάρι, σώπα Ποµάκε, Θὰ σοῦ φάω τὴ λευκὴ σάρκα Θὰ σοῦ πιῶ τὸ µαὖρο σου αἴµα.Τὸ παλικάρι θύµωσε Τὸ πληγωµένο παλικάρι Σύρθηκε, σύρθηκε Μὲ τὶς ζεστές του πληγὲς Καὶ πῆρε καὶ πῆρε Τὸ µακρὺ του τουφέκι Καὶ ἔριξε, ἔριξε Στὸ πουλὶ τὸ γεράκι. Τὸ πουλὶ πέφτει, τὸ πουλὶ πέφτει Στὸ βαθὺ φαράγγι. Τὸ πουλὶ κλαίει, τὸ πουλὶ κλαίει Στὸ βαθὺ φαράγγι. Τὸ ἀκοῦνε, τὸ ἀκοῦνε Πάνω στὸν γαλάζιο οὐρανό. Κι ἀπάντησε τὸ πληγωµένο παλικάρι: – Ξάπλωσε, πουλί, ξάπλωσε Κι οἱ δυὸ µας νὰ ξαπλώσουµε! Κλάψε, πουλί, κλάψε, πουλί, Κι οἱ δυὸ µας νὰ κλάψουµε. Πέθανε, πουλί, πέθανε, πουλί, Κι οἱ δυὸ µας νὰ πεθάνουµε. Ἔµεινε γιὰ πολύ, ἔµεινε γιὰ πολὺ Μὲς στὸ φαράγγι ξαπλωµένος Μὲ τὸ γεράκι τὸ πουλὶ Καὶ φώναξε καὶ φώναξε Τὸ πληγωµένο παλικάρι: -Ἔι ἐσύ, ἔι ἐσύ, ἀδελφὴ Νεράιδα, Ἔλα ἀδελφὴ µου, βοήθησε µε! Τὸν ἄκουσε, τὸν ἄκουσε Ἡ ἀδελφὴ Νεράιδα Κι ἔτρεξε στὸ βαθὺ φαράγγι Πῆρε τὸ πληγωµένο παλικάρι Τὸ παλικάρι µέ τὰ πολλὰ τραύµατα Τοῦ θεράπευσε, τοῦ θεράπευσε Τριακόσιες πληγὲς Τρία Ταταρικὰ βέλη Τοῦ ἔδωσε ἕνα µακρὺ τουφέκι Καὶ τὸν ἔστειλε, τὸν ἔστειλε Στὸν Ταταρικὸ στρατὸ Στρατιῶτες νὰ σώσει Τὸν βασιλιὰ νὰ φέρει.»
Ὁ Ράκοφσκι πιστεύει ὅτι ὁ ἥρωας τοῦ τραγουδιοῦ πολέµησε τὸ 1402 στὸ πλευρὸ τοῦ Βαγιαζὴτ Ἰλνταροὺµ ἐνάντια στοὺς Τατάρους.
Ἐνδιαφέρον παρουσιάζει τὸ περιηγητικὸ κείµενο τοῦ Νikolaidy τὸ 1859 ποὺ ἀναφέρεται στοὺς κατοίκους τῆς ὀρεινῆς Ροδόπης. Ο Νikolaidy µιλάει γιὰ περίπου 20.000 οἰκογένειες ποὺ ζοῦν ἀντάρτικα, µέ δυναµικὸ τρόπο, ἀκόµα καὶ ληστεύοντας. Εἶναι µουσουλµάνοι αἱρετικοί, ἔχουν ἰµάµη, εἶναι κτηνοτρόφοι ἢ γεωργοὶ µικρῶν καλλιεργειῶν. Ἀναφέρεται ὅτι ἀρκετὰ χωριὰ ἦταν χριστιανικὰ πρὶν µόλις 70 χρόνια [δηλαδὴ τὸ 1790]. Ζοῦν µακριὰ ἀπὸ τὶς πεδιάδες καὶ τὶς πόλεις, διατηροῦν παγανιστικὰ ἔθιµα, ἡ ἰατρικὴ εἶναι στὰ χέρια τοῦ ἰµάµη καὶ τῶν µαγισσῶν. Οἱ Τοῦρκοι τοὺς ἀποκαλοῦν Akrians.
Πληροφορίες γιὰ τοὺς Ποµάκους βρίσκουµε καὶ στὸ ἔργο τοῦ ἐθνογράφου καὶ πρωτεργάτη τῆς Βουλγαρικῆς ἐπανάστασης τοῦ 1869 Lyuben Karavelov (1834-1879). Σὲ κείµενό του ὁ Καραβέλωβ γράφει πὼς «οἱ Ποµάκοι ἀκόµα παραµένουν µισοί-χριστιανοὶ γιατί δὲ γνωρίζουν τουρκικὰ καὶ ἄρα τὸ Κοράνι παραµένει γι’ αὐτοὺς νεκρό γράµµα». Παρακάτω προσθέτει :
«Πολλὰ γεγονότα ἀποδεικνύουν τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ Ποµάκοι υἱοθέτησαν τὴ Μωαµεθανικὴ θρησκεία ὄχι πολὺ καιρὸ πρίν. Γιὰ παράδειγµα, ἔχουν διατηρήσει πολλὲς χριστιανικὲς παραδόσεις καὶ τελετουργίες. Ἀκόµα διατηροῦν πολλὰ χριστιανικὰ παρατσούκλια καὶ ὀνοµασίες. Τιµοῦν πολλοὺς χριστιανοὺς ἁγίους καὶ προσεύχονται σ’ αὐτοὺς γιὰ ὑγεία καὶ σωτηρία. Ἀνάµεσα στοὺς Ποµάκους µπορεῖς νὰ συναντήσεις ὀνόµατα ὅπως Πάντσογλου, Νεντυάλκογλου (ὁ γιὸς τοῦ Πάντσο, ὁ γιὸς τοῦ Νεντιάλκο), Βοῦταν, Βούρταν καὶ οὕτω καθεξῆς. Στὴν περιοχὴ Lovech ὑπάρχει ἕνα χωριὸ Lukovit στὸ ὁποῖο οἱ γριὲς γυναῖκες πηγαίνουν στὰ νεκροταφεῖα καὶ ἀνάβουν κεριὰ γιὰ τοὺς νεκρούς, ὅπως κάνουν καὶ οἱ χριστιανοί. Ἐὰν µία µητέρα χάσει τὸν γιό της ἢ τὴν κόρη της ἢ ἐὰν µία γυναίκα χάσει τὸν ἄντρα της, πηγαίνουν σὲ Βουλγαρικὲς ἐκκλησίες καὶ λένε: «Ὑπάρχει ἕνας νεκρὸς στὸ σπίτι µας… Δῶστε µας κεριὰ γιὰ εἴκοσι λέβα γιὰ νὰ τὰ ἀνάβουµε στοὺς τάφους τοὺς τὴν ἠµέρα τῶν Ἁγίων Πάντων». Ἐπιπλέον οἱ Ποµάκοι τηροῦν ὁρισµένες χριστιανικὲς καὶ σλαβικὲς (παγανιστικές) γιορτὲς ὅπως, γιὰ παράδειγµα, τοῦ Ἁγ. Γεωργίου, τοῦ Ἁγ. Δηµητρίου, τοῦ Ἁγ. Νικολάου, τοῦ Ἁγ. Βλάση, τίς ἡµέρες τοῦ σκύλου, τὶς µέρες τοῦ λύκου, τὶς µέρες τοῦ ποντικοῦ, κλπ.»
Ὁ Karavelov θυµᾶται ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ποὺ εἶχαν στὸ σπίτι τοῦ δυὸ Ποµάκους (µέ τὰ ὀνόµατα Ἰσµαὴλ Ντοῦρκο καὶ Σούλιο Σιράκ) γιὰ ὑπηρέτες, οἱ ὁποῖοι νήστευαν τὴ Σαρακοστή. Μία µέρα ὁ πατέρας του ρώτησε τὸν ἕναν ἀπὸ αὐτούς: «-Ντοῦρκο, θέλω νὰ ξέρω τί πιστεύεις. Εἶσαι Τοῦρκος ἢ Βούλγαρος;» «Οὔτε κι ἐγὼ δὲν ξέρω. Μᾶς φωνάζουν Pomatsi καὶ Poturnatsi [ἐκτουρκισµένους] καὶ οἱ πατεράδες µας ἤτανε γκιαούρηδες, ἀπάντησε ὁ Ντοῦρκο χαµογελώντας.» Ο Karavelov ἀναφέρει πὼς οἱ Ποµάκοι τρέφουν ἰδιαίτερο µῖσος πρὸς τοὺς Τούρκους. Σὰν ἀπόδειξη παραθέτει ἕνα τραγούδι τὸ ὁποῖο δηµοσιεύτηκε στὴν ἐφηµερίδα «Svoboda» στὸ Βουκουρέστι τὸ 1869 καὶ τὸ ὁποῖο περιγράφει τὴ σύγκρουση ἑνὸς ἥρωα τοῦ γιοῦ τοῦ Πάντσο (Πάντσογλου) µέ τὸν τουρκικὸ στρατό:
«Ὁ γιὸς τοῦ Πάντσο γράφει ἕνα χαρτὶ Καὶ τὸ στέλνει στὸν ἀδελφό του, τὸν ἀδελφό του. Τὸν σηµαιοφόρο τὸν Νάνο, τὸν Βούλγαρο: – Καληµέρα, Νάνου, Βούλγαρε, Πήγαινε νὰ µαζέψεις γενναίους Βουλγάρους, Γενναίους ἄντρες δέκα χιλιάδες Κι ἐλᾶτε στὴν πόλη τοῦ Λόβετς Νὰ βοηθήσετε τὸν ἀδελφό σας τὸ γιὸ τοῦ Πάντσο Γιατί ὁ βεζύρης ἔρχεται Ὁδηγώντας Τούρκους καὶ γενίτσαρους Στρατιῶτες καὶ µία ὁµάδα Τσιτάκων Θέλει νὰ µέ πιάσει Νὰ µέ δέσει σὰν νέα προβατίνα Καὶ νὰ µέ πάρει στὴν πόλη τοῦ Λόβετς Στοῦ Λόβετς τοὺς φαρδιοὺς δρόµους Νὰ µέ κρεµάσει σὲ µία ξερὴ ἰτιὰ Σὰ σκυλὶ γεννηµένο ἀπὸ σκύλα. Ὁ Νάνο ὁ Βούλγαρος διαβάζει ἕνα χαρτὶ Διαβάζει καὶ τὰ µάτια του κλαῖνε. Μαζεύει µία ὁµάδα νέων ἀντρῶν Ποὺ µεγαλώσαν κάτω ἀπ’ τὴ βελανιδιὰ Μάζεψε ὁ Νάνο ἄντρες δυνατοὺς Δέκα χιλιάδες ἀπ’ αὐτοὺς Καὶ πάει νὰ βοηθήσει τὸν ἀδελφό του! Οἱ Τοῦρκοι συναντήθηκαν µέ τοὺς Ποµάκους Τοὺς Ποµάκους καὶ τοὺς Βούλγαρους: Οἱ Τοῦρκοι κόβουν, οἱ Ποµάκοι σφάζουν… Κόκκινα ἀπὸ τὸ αἷµα τὰ χωράφια Τὸ αἷµα τρέχει σὰν νερὸ ἀπ’ τὰ βουνὰ Καὶ τὰ κορµιὰ σὰν τὸ στάρι στὰ χωράφια! Καὶ φώναξε τοῦ Πάντσο ὁ γιός: – Ἄκουσέ µε, βεζύρη Εἶµαι Ποµάκος, γιὸς ἥρωα… Δὲν γεννήθηκα ἀπὸ µάνα Τουρκάλα Δὲν µέ τύλιξαν σὲ βελοῦδο καὶ µετάξι Δὲν µέ τάισαν µέ λίπος καὶ γλυκά. Γεννήθηκα ἀπὸ Ποµάκισσα µάνα Μὲ τύλιξε σὲ φύλλα βελανιδιᾶς, Μὲ µεγάλωσε κάτω ἀπὸ τὴν πράσινη βελανιδιὰ Μὲ τάισε καλαµποκίσιο ἀλεύρι Μὲ ἔµαθε µέ Τοῦρκο νὰ µήν πίνω Γυναίκα Τουρκάλα νὰ µήν ἀγαπῶ… Μὲ ἔµαθε τοὺς Τούρκους νὰ πολεµῶ… Τὸ σπαθὶ τοῦ ἀνέµισε καὶ τὸ κεφάλι ἔκοψε Τὸ Τούρκικο κεφάλι ἑνὸς Βεζύρη.»
- Published by kkar in: Αρθρα & απόψεις Παγκόσμιο χωριό Συμβαίνουν στη Θράκη
- If you like this blog please take a second from your precious time and subscribe to my rss feed!
Leave a Reply