Στα τέλη Μαρτίου πλέον όλοι  αναμένουμε, εκτός απροόπου, τη νέα εκλογική αναμέτρηση των κομματικών σχηματισμών. Για τη Θράκη, όμως, υπάρχει και μια επιπλέον πτυχή, σοβαρή και χρονίζουσα: μιλάμε για την εκπροσώπηση των μουσουλμάνων της  περιοχής στις κομματικές λίστες και στην Ελληνική Βουλή.

Πρόκειται για ένα θέμα που αναζωπυρώθηκε μετά την άθλια κίνηση των τριών σημερινών βουλευτών το περασμένο καλοκαίρι, όταν – ξεπερνώντας  κάθε όριο ανοχής και μεγαλοθυμίας της ελληνικής κοινωνίας – συνέπραξαν με κάποιους σλαβόφωνους αλλά και ελληνόφωνους «μειονοτητολόγους» και ζήτησαν από τη Βουλή των Ελλήνων αναγνώριση της τουρκικής (και …μακεδονικής!) μειονότητας.

Όχι ότι μέχρι τότε η πολιτεία τους ήταν άψογη. Το αντίθετο, ειδικά για τους Μπιρόλ και Γκαλίπ, είναι μάλλον πιο κοντά στην πραγματικότητα. Λίγο όμως οι κομματικές μεθοδεύσεις, λίγο η άγνοια της κοινωνίας, λίγο ο στρουθοκαμηλισμός μας, και η θητεία τους προχωρούσε χωρίς μεγάλα προβλήματα. Μετά όμως από αυτήν τους την υπερκομματική (και υπερεθνικιστική) εμφάνιση, φαίνεται πως συζητείται σοβαρά να μην συμπεριληφθούν οι δύο τουλάχιστον προαναφερθέντες (1) στις λίστες των κομμάτων (που μας τους είχαν παρουσιάσει προ τετραετίας περίπου ως επιτυχία τους!).

Πριν ακόμα αυτό επιβεβαιωθεί, άρχισαν τα όργανα από τον χώρο της μειονοτικής προπαγάνδας, με πρώτα βιολιά τούτη τη φορά τον Aμπvτουλχαλίμ Ντεντέ και τον Ιμπράμ Ονσούνογλου. Αμφότεροι με δημοσιογραφική, ταυτότητα αλλά και «άλλη» πολυσχιδή δραστηριότητα, τέτοια μάλιστα που τακτικά να επιτάσσει τα ραντεβού με ξένους πολιτικούς ή διπλωματικούς υπαλλήλους. Ο πρώτος μάλιστα – γνωστός κεφαλοκυνηγός του Οτσαλάν – είναι ο με προνομιακό τρόπο προστατευόμενος των ΜΜΕ, τα οποία τον συντρέχουν όποτε αυτός θεωρεί ότι «διώκεται από το ελληνικό κράτος». Οι υπογραφές λοιπόν των δύο αυτών κυρίων, μαζί με καμιά δεκαριά ακόμη, βρίσκονταν κάτω από κείμενο μιας «Μειονοτικής Πρωτοβουλίας, για τις βουλευτικές εκλογές», το οποίο, κλαίγοντας με μαύρο δάκρυ για την επίσημη πολιτική του ελληνικού κράτους έναντι των μουσουλμάνων, κατέληγε: «Να μην αποκλειστεί η μειονότητα από την πολιτική ζωή του τόπου». Λες και ετέθη ποτέ τέτοιο ζήτημα! (Αλλά και τι να πουν, ξαναβάλτε τους ίδιους, για να μην ψάχνουμε άλλους;).

Δεν γνωρίζουμε αν τελικό τα κομματικά «μαγαζιά» θα αποσύρουν τους μειονοτικούς πρώην αστέρες τους. Χωρίς πάντως, να αμφισβητούμε το σωφρονιστικό – παιδαγωγικό χαρακτήρα μιας τέτοιας κίνησης, θεωρούμε πως το κυριότερο είναι να μην αντικατασταθούν με την ίδια μέθοδο επιλογής και με πρόσωπα του ίδιου τουρκοφιλικού κλίματος.

Για μας, που δεν θεωρούμε τα μέσα της περασμένης δεκαετίας περίπου… προϊστορία, τα παραδείγματα μιας μειονοτικής πολιτικής εκπροσώπησης μη ελεγχόμενης από ανατολάς υπάρχουν. Στην προ Σαδίκ εποχή η ελληνική πολιτεία και τα κόμματα κατάφερναν να κρατάνε, την πολιτική ζωή μακριά από τον έλεγχο της Άγκυρας. Οι –λιγοστοί – μουσουλμάνοι πολιτευτές που κρατάνε ακόμη και σήμερα μια σώφρονα και χαμηλών τόνων στάση, κατά κανόνα έχουν αναδειχθεί εκείνην ακριβώς την περίοδο. Από την εμφάνισή όμως του φασίστα που δίχασε οριστικά την τοπική κοινωνία θεωρείται περίπου υποχρέωση των κομμάτων (με ευθύνη και του κράτους) να τον υποκαθιστούν με πολιτικά υποκείμενα της ίδιας νοοτροπίας και εξάρτησης.

Είναι τόσο δύσκολο να βρεθούν σήμερα μουσουλμάνοι που θέλουν να πολιτευτούν χωρίς το… προξενόχαρτο; Είναι γνωστό ότι υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι και κάποιοι από αυτούς πρόσκεινται στα κόμματα που εκλέγουν μειονοτικούς υποψήφιους. Το θέμα είναι αν θα αποφασίσουν ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. να θυσιάσουν από κοινού κάποιες εκατέρωθεν ψήφους για να απαλλαγούν από το σημερινό εκβιασμό. Κι όταν λέμε ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ., εννοούμε πρώτιστα τα τοπικά τους υποκαταστήματα, γιατί συνήθως στο «κέντρο» δεν γνωρίζουν για την επιτόπια κατάσταση που μόνο γενικότητες και όσα κάποιοι «αρμόδιοι» διαμηνύουν.

Και τι τους εμποδίζει -θα ρωτούσε κάποιος αφελής-να το πράξουν; Ποιο είναι το κίνητρο για επιλογή υποψηφίων με προξενικό χρίσμα. Μα φυσικά η αίγλη της άνωθεν επίνευσης που θα ανοίξει το δρόμο μιας «γενικής αποδοχής» στη μουσουλμανική κοινότητα, ενδεχομένως από στόμα  σε στόμα, ίσως μέσω κάποιας συνέντευξης ή μιας ιδιαίτερης προβολής της υποψηφιότητας από τουρκικό δορυφορικό κανάλι την τελευταία στιγμή περίπτωση εκλογών 1996). Όταν, λοιπόν, έχεις «με το μέρος σου» ένα κεφάλαιο, ας πούμε, δέκα χιλιάδων ψήφων, το όποιο εθνικό πρόβλημα φαντάζει πολύ σχετικό και μακρινό, σε σχέση με το κομματικό που είναι χειροπιαστό, αριθμήσιμο κι επείγον.

Πριν από ένα χρόνο, παραμονές δημοτικών και νομαρχιακών εκλογών, ο Κώστας Ζουράρις σε συνέντευξή του στον «Αντιφωνητή» (17/9/98) έδινε με λιγόλογο μα εξαιρετικά καίριο τρόπο την όλη ιστορία των μειονοτικών υποψηφίων: «Όπως ζητάμε από τον εαυτό μας δήλωση νομιμοφροσύνης έναντι των αυτονοήτων της δημοκρατίας, έτσι ακριβώς το ζητάμε κι από αυτούς. Και για να είσαι νομιμόφρων έναντι της δημοκρατίας, όπως αυτή διαμορφώθηκε από τον ελληνικό πολιτισμό, άσχετα με το τουρκικό φρόνημα, που τους το αναγνωρίζω, ρητώς θα πρέπει να προβούν ως μετέχοντες του ελληνικού πολιτισμού στα αυτονόητα: Kαταδίκη της τουρκικής στρατοκρατίας για το θέμα των Κούρδων, για το δικαίωμα στην αυτονόμηση και ανεξαρτησία των λαών της Μικρασίας. Να απαιτήσουν σεβασμό του Πατριαρχείου και άρση οιασδήποτε αναμείξεως του τουρκικού κράτους (…) Έτσι, λοιπόν, όπως ζητάμε από τους εαυτούς μας νομιμοφροσύνη έναντι της Δημοκρατίας για νομιμοφροσύνη αυστηρότατα οργανωμένη, το ίδιο ζητάμε κι από αυτούς».

Αυτά τα αυτονόητα είναι που ποτέ δεν ακούγονται, διότι δυστυχώς το «αυτονόητο» είναι η πλήρης ταύτιση των μειονοτικών βουλευτών της Ελληνικής Βουλής με την επεκτατική γραμμή της τουρκικής στρατογραφειοκρατίας σε όλα ανεξαιρέτως τα θέματα. Μια ταύτιση που αποκρύπτεται επιμελώς από τους ίδιους αλλά και από τα ελλαδικά ΜΜΕ. Πότε μάθαμε τη θέση, επί παραδείγματι, του Κ. Γκαλίπ για το Κυπριακό; Πότε τοποθετήθηκε ο κ. Μουσταφά για το θέμα των 12 μιλίων ή ο κ. Ακίφογλου για τα Ίμια; Αντί αυτών οι δημοσιογραφούντες των αθηναϊκών φυλλάδων αρέσκονται σε γελοίες ερωτήσεις του τύπου: «Αν γίνει πόλεμος με ποιον θα είστε;» ή «νιώθετε Τούρκος ή Έλληνας;»

Έστω και τώρα τα «μεγάλα» κυρίως κόμματα οφείλουν να δείξουν στοιχειώδη σεβασμό στο γενικό συμφέρον της κοινωνίας και στους δημοκρατικούς θεσμούς. Να προωθήσουν από τη μουσουλμανική κοινωνία στα ψηφοδέλτιά τους ανθρώπους άξιους που έχουν αποδείξει τη δημοκρατική τους συνείδηση, που τολμούν να τοποθετηθούν ανοιχτά υπέρ των συμφερόντων της χώρας μας και που δεν έχουν καμία σχέση εξάρτησης με την οδό Ιώνων και τους γνωστούς της μηχανισμούς (επιτροπές, ψευτοσύλλογοι, διάφορα έντυπα). Ας γίνει μια σοβαρή απόπειρα τουλάχιστον, και από μια ενδεχόμενη αποτυχία της πάλι κάτι θα κερδίσουμε όλοι Μια ολόκληρη δεκαετία ομηρίας για την πολιτική ζωή της Θράκης είναι νομίζουμε υπεραρκετή.

1.  Για τον βουλευτή Μουσταφά Μουσταφά δεν φαίνεται κάτι τέτοιο πιθανό, καθότι γενικά απέφυγε να εκτεθεί και έχει γίνει πλέον το σύμβολο της μειονοτικής πολιτικής του Συνασπισμού και της υποτιθέμενης «γέφυρας» μεταξύ του ελληνικού και του τουρκικού λαού για τον ίδιο κομματικό χώρο. Φαίνεται πολύ απίθανο όλα όσα έχουν επενδυθεί πάνω του να πεταχθούν για οποιονδήποτε λόγο «εθνικού συμφέροντος».

Καραίσκος Κώστας,

«Άμυνα και Διπλωματία», τ. 105, Ιανουάριος 2000