Κατοχικό έτος 2. Άλλοι καιροί πια. Φαινομενικά, λίγα πράγματα ίσως δείχνουν να άλλαξαν γύρω μας. Πάλι πλησιάζουν τα Χριστούγεννα, πάλι φωταγωγήθηκαν οι πόλεις, πάλι στολίστηκαν τα σπίτια και τα μαγαζιά στην αγορά. Στην πραγματικότητα όμως, όλα είναι διαφορετικά πλέον. Άλλοι καιροί ζυγώνουν πια – και άλλα ήθη…

Κατοχικό έτος 2. Θυμήθηκα τώρα που τέτοιες μέρες πριν από λίγα χρόνια κατέθετα – στην ίδια ακριβώς σελίδα – κάποια πικρά σχόλια για το πραγματικό (και τόσο τραγικά ξεχασμένο) νόημα των Χριστουγέννων. Πικρά σχόλια για την ανόητη φενάκη των ρεβεγιόν, για τη μάταιη και κούφια λάμψη στα φωταγωγημένα μπαλκόνια, για την κενότητα στις ευχές, για τον φαεινόσχημο ζόφο των απηνώς συνευαζόντων. Πικρά σχόλια για μια γιορτή που εδώ και πολλά χρόνια κατάντησε πλέον ανέορτη. Νεκρή και άλογη, χωρίς τον Λόγο. Κενή, δίχως τον Κενωθέντα…

Κατοχικό έτος 2. Κι όχι ότι όλα αυτά έχουν πια βέβαια πάψει να ισχύουν. Μα δεν ξέρω πλέον πώς θα είναι καν φέτος οι ρεβεγιόν, ούτε ξέρω πόση περίσσια θλίψη θα κρύβουν μέσα τους των μπαλκονιών τα εόρτια λαμπιόνια. Ίσως τόση, όση ακριβώς θα εμφορεί τα βλέμματα των απολυμένων, τις σκονισμένες τζαμαρίες των μαγαζιών που κλείνουν, τα χαμένα όνειρα αυτών που καταστρέφονται. Βαριά, πανσθενουργός η κατάθλιψη απλώνεται παντού και συναντά μονάχα την απτή αχλύ της αποδυσπέτησης. Κι όταν κάποτε υποχωρεί η ατονία της απόγνωσης – μέσα σ’ αυτή τη μαζικώς εξαπλούμενη στην υπό κατοχή πατρίδα και κοινωνιολογικώς ιδιάζουσα,  νεοφανή διπολική διαταραχή – ένα μόνο πράγμα πια την αναπληρώνει. Η έκρηξη της οργής. Που σαν καταλαγιάζει βέβαια, γίνεται και πάλι ατονία…

Κατοχικό έτος 2. Η Παρθένος σήμερον εν σπηλαίω έρχεται αποτεκείν απορρήτως τον προαιώνιον Λόγον. Και την ίδια ώρα, κάποιοι υιοί της Απωλείας εν αδύτοις συνευρίσκονται αποτεκείν (απορρήτως και αυτοί) τα ζοφοπνεμένα τους σχέδια για την εξόντωση των λαών και για την επιβολή της παγκόσμιας κυριαρχίας. Τα όργανά τους είναι εδώ. Δουλικοί υπηρέτες, τυφλά και άθλια υποχείρια, που φορούν συστημικούς μανδύες εικονικής νομιμότητας και στα χέρια τους κραδαίνουν πρωτόφαντα όπλα καταστροφής: φόρους, συμβάσεις, χαράτσια, πρόστιμα, νέες συμβάσεις, έγγραφα που υποθηκεύουν και διαλύουν χώρες ολόκληρες, που καταλύουν το παρόν και το μέλλον ολόκληρων λαών. Όπλα εξουθένωσης, μέσα καταρράκωσης, όργανα καταισχύνης. Είναι όλοι τους εδώ ολόγυρα κι ακόμη μας παραπλανούν, ακόμη τους ανεχόμαστε. Κι ούτε μπορεί κανείς να πει πότε (και αν) αυτή η κόλαση θα πάρει τέλος…

Σωτήριο έτος 2011, κατοχικό έτος 2. Η Παρθένος σήμερον τον Υπερούσιον τίκτει. Κι εσύ ν’ ακροβατείς ανάμεσα στην άρρητη ωραιότητα του Γλυκασμού των αγγέλων και στον αφόρητο αποτροπιασμό των καθαρμάτων. Ν’ ακροβατείς ανάμεσα στη ζήδωρη γαλήνη του σπηλαίου, εν ω ανεκλήθη ο Αχώρητος, και στην αχαλίνωτη οργή για τα μιάσματα που κατάστρεψαν μεθοδικά εδώ και δεκαετίες τον τόπο σου υλικά και πνευματικά και που τώρα εντέλει τον ξεπουλάνε πλέον κι από πάνω ανερυθρίαστα. Και να συνεχίζεις να ακροβατείς και να βουλιάζεις σ’ αυτήν την ψυχοφθόρα λύμη και να μη μπορείς ούτε κάτι μέρες άγιες σαν κι αυτές να ξεχαστείς λίγο, να πάψει για λίγο έστω η ψυχή σου να δηλητηριάζεται απ’ αυτή την απερινόητη δυσωδία. Μα πώς μας κατάντησαν έτσι; Πώς (τους αφήσαμε και) μας κατάντησαν έτσι;

Κατοχικό έτος 2. Τελευταίες μέρες της Πομπηίας. Να ’ναι ωστόσο άραγε – λες, απ’ την άλλη – η ευκαιρία γι’ αυτόν τον λαό τον αμνησιακό και μπερδεμένο; Η ευκαιρία για να ξανάβρει μέσα απ’ τη φτώχεια και την κατάρρευση το ίσο του, κείνο το συνάμφω υψιπετές και χοϊκό ισοκράτημα του προαιώνιού του Τρόπου, κείνη την επί πτερύγων ανέμων άναρχη περπατηξιά του, που του την κολόβωσαν και την ευνούχισαν μερικές δεκαετίες εκσυγχρονιστικής χυδαιότητας και υλόφρονης εξηλιθίωσης; Να ’ναι θεόθεν δοκιμασία για τα χάλια μας, επιτίμιο άξιο και δίκαιο για τον εθελούσιο εκτροχιασμό μας προς τρόπους αλλότριους κι απατηλούς;

Χαραυγή κατοχικού έτους 3. Μακάρι να ’ναι πράγματι τέτοια δοκιμασία. Γιατί αυτό από μόνο του κρύβει μέσα του ελπίδα καταφανή, ελπίδα ότι ίσως έρθουμε πάλι κάποια στιγμή στα συγκαλά μας και ανανήψουμε. Κι αν δεν είναι το Τέλος, αλλά μια άγρια μπόρα απλώς, τότε θα ξαναβγεί κάποια στιγμή κι ο ήλιος. Ναι, αυτή είναι η ελπίδα – η μόνη άλλωστε που μας απέμεινε. Ου πεποίθαμεν επ’ άρχοντας, επί υιούς ανθρώπων, οις ουκ έστι σωτηρία. Καιρός δεν ήταν πλέον άλλωστε;

Σωτήριο έτος 2011, κατοχικό έτος 2. Τελευταίες μέρες της Πομπηίας. Νέοι καιροί, άγριοι και δύσβατοι, ζυγώνουν. Καιροί οργής και θλίψης και οδύνης. Μα υπάρχει και κάτι που φεγγίζει μες στο σκότος, κάτι παυσίλυπον. Καλά Χριστούγεννα λοιπόν, αδέρφια. Καλά Χριστούγεννα, ομογάλακτοι και συνοδοιπορούντες. Έτσι μόνο εξάλλου μπορούμε (κι αξίζει) να προχωρήσουμε πια. Στηρίζοντες εαυτούς και αλλήλους και αλλήλων τα βάρη βαστάζοντες. Στη χορεία της παρέας, στη συγχορεία της κοινότητας. Όλοι μαζί στα μετερίζια μας, γρηγορούντες κι ανυπότακτοι, μέχρι να ξαναβγεί ο ήλιος. Ο εκ Παρθένου τεχθείς είη μεθ’ ημών. Καλά Χριστούγεννα, ομότροποι, και καλή λευτεριά…
Ν.Δαπέργολας