Ἡ πάντηση το Ν.Δ.

 

   Λυπούμαι, αλλά είναι προφανές ότι με τον πατέρα Σωφρόνιο διαφωνούμε σχεδόν στα πάντα. Κατ’ αρχάς, όσον αφορά την επίσκεψη του Πάπα στην Πόλη – και επειδή επισημαίνει ότι παραγνωρίζω κάποια πράγματα – εκφράζω και εγώ τη θλίψη μου γι’ αυτά που δείχνει να παραγνωρίζει εκείνος (ή πάντως να μην ενοχλείται) σε σχέση με τα όσα εκεί ερρίφθησαν τοις κυσί και με τα οποία βεβαίως μόνο ακροθιγώς ασχολήθηκα στο κείμενό μου (για περισσότερες λεπτομέρειες τον παραπέμπω απλώς στην ανακοίνωση της Ι.Κ. του Αγ. Όρους, η οποία με καλύπτει απόλυτα).

Πέραν βεβαίως τούτου, αδυνατώ να αντιληφθώ και πώς είναι δυνατό να συμφωνεί με τις απόψεις μου περί οικουμενισμού και συγχρόνως να εξυμνεί τοιουτοτρόπως κάποιον που αναλίσκεται σε συμπροσευχές με λατίνους ή και με μουσουλμάνους (ως έπραξε λ.χ. κατά το παλαιότερο ταξίδι του στη Μέση Ανατολή), αλλά και σε επανειλημμένες συγκρητιστικές δηλώσεις (όπως π.χ. ότι όλες οι θρησκείες κρύβουν μέσα τους την αλήθεια και ότι από όλες μπορείς να φτάσεις στον Θεό). Θεωρώ την εν λόγω δήλωση του π. Σωφρονίου άκρως αντιφατική. Όσο για το επιμέρους εγκώμιο της αρχοντιάς και της φιλοξενίας του Πατριάρχη το αντιπαρέρχομαι ασχολίαστο. Εκτός κι αν δηλαδή θέλετε να συζητήσουμε και το αν όλοι οι θεοφόροι μας άγιοι των τελευταίων 10 αιώνων που ουδεμία σχέση ήθελαν να έχουν με τον Πάπα, ήταν ακοινώνητοι και αγριάνθρωποι.

   Δεν αντιλαμβάνομαι ωστόσο και προς τι η ιδιαίτερη εξύμνηση του Πατριάρχη σε σύγκριση με την υποκρισία του ημετέρου Αρχιεπισκόπου (που πάντως δεν κατονομάζεται, παρότι σαφώς υπονοείται – προς τι άραγε ο φόβος;). Και τούτο, επειδή δεν θυμάμαι να διαφώνησα ως προς το δεύτερο σκέλος, ούτε να έλαβα θέση υπέρ του Αθηνών (ίσα-ίσα που τους επέκρινα αμφοτέρους ως οικουμενιστές). Ελπίζω λοιπόν να μην υπάρχει εδώ παρανόηση των ελατηρίων μου, δια του γνωστού θλιβερού φαινομένου όποιος κριτικάρει τον ένα, να καταχωρείται αυτομάτως στη λίστα των οπαδών του άλλου. Εγώ δηλώνω σαφώς ότι αυτή η παρακμιακή ιστορία με τα οπαδιλίκια και τις ενδοεκκλησιαστικές προσωπολατρείες με αφήνει παγερά αδιάφορο, γιατί γνωρίζω καλά ότι ούτε ο Χριστός μεμέρισται, ούτε η Εκκλησία είναι ποδοσφαιρικό γήπεδο ή χώρος ευδοκίμησης καλλιτεχνικών σταρ σύστεμ. Δεν είμαι λοιπόν ούτε του Παύλου, ούτε του Απολλώ (για να θυμηθώ και την Α΄ προς Κορινθίους), πολύ δε περισσότερο δεν είμαι και με αμφιφανώς αιρετικούς ιεράρχες, που επίσης αμφιφανώς μάλιστα δεν συγκρούονται μεταξύ τους για πνευματικά ζητήματα, αλλά για τα κουκιά τους. Ο προσανατολισμός μου τυγχάνει προς τα όσα έγραψαν οι μεγάλοι εκκλησιαστικοί μας πατέρες, ορθοδομώντας τον λόγον της αληθείας. Ως εκ τούτου εκτιμώ και τους σύγχρονους κληρικούς που ακολουθούν εκείνους, ενώ τους υπόλοιπους πολύ απλά τους αγνοώ. Σέβομαι βεβαίως το σχήμα τους (προφανώς πολύ περισσότερο απ’ όσο οι ίδιοι), από κει και πέρα όμως ως πνευματικούς οδηγούς και ως ανθρώπους ουκ οίδα αυτούς.

   Διαφωνούμε όμως με τον π. Σωφρόνιο και όσον αφορά τα υποτιθέμενα κέρδη του επίσης υποτιθέμενου διαχριστιανικού διαλόγου (και τον αποκαλώ έτσι, γιατί πρόκειται μεν όντως περί γνήσιας απόπειρας προσεγγίσεως, όχι όμως επί της αρχέγονης αποστολικής αλήθειας, αλλά απλούστατα επί ενός νεόδμητου διαθρησκειακού τουρλού). Εν πρώτοις, αν υπάρχει έλξη κάποιων δυτικοευρωπαίων για την ορθόδοξη λατρεία, αυτό οφείλεται στη γνωριμία τους με το αυθεντικό ορθόδοξο βίωμα και σε συνδυασμό με τη βαθιά τους απογοήτευση από τον δυτικού τύπου αδιέξοδο Χριστιανισμό. Πάντως σίγουρα δεν οφείλεται στη μέσω νεοεποχίτικων αλχημειών σύγκλιση της πίστης μας με κάτι που οι ίδιοι έχουν πλέον απορρίψει. Όσο για τα υπόλοιπα κατονομαζόμενα ως κέρδη, δεν παραγνωρίζω την ύπαρξή τους, αλλά απλούστατα υποτιμώ ΠΑΝΤΕΛΩΣ τη σημασία τους. Γιατί πιστεύω, βλέπετε, πως ούτε τα λείψανα θα μας σώσουν, ούτε τα ντουβάρια, ούτε η όποια άνθηση ενίων «εκσυγχρονισμένων» και νοθευμένων μορφών μοναχισμού, επιδοτούμενων από κοινοτικά κονδύλια. Εκείνο που θα μας σώσει είναι το αενάως επιτελούμενο εκκλησιαστικό γεγονός και αυτό είναι που πρέπει να διαφυλαχθεί παντί τω τρόπω ανόθευτο. Θεωρώ αντίθετα ότι ο μόνος που έχει στην πραγματικότητα όφελος απ’ όλον αυτόν τον «διάλογο» είναι ο δούρειος ίππος της Ουνίας – ήτοι ο γνωστός λύκος, ο οποίος εμφανίζεται έτσι ως ακόμη πιο προβατόσχημος και ο οποίος, ως γνωστόν, πλήττει κυρίως τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες (οπότε πολύ καλά κάνει και η Μόσχα και αντιδρά έναντι τόσο του Πάπα, όσο και των ημετέρων πεπτωκότων). Για τη φράση πάλι βέβαια ότι η Μόσχα αποτελεί το πρόβλημα και όχι ο Πάπας (άρα προφανώς κακώς επικρίνεται και το Φανάρι για τις ανόσιες κουμπαριές με Βατικανό και… CIA), αρκούμαι απλώς στο να εκφράσω τη βαθύτατη θλίψη μου. Περαιτέρω, αρνούμαι να τη σχολιάσω.

   Όσον αφορά τέλος το ίδιο το Οικουμενικό Πατριαρχείο, κακώς υπονοείται ότι βάλλω εναντίον του. Στην πραγματικότητα το σέβομαι πάρα πολύ και τιμώ καθ’ υπερβολήν τον τεράστιο και μακραίωνο ρόλο του. Εξ ου άλλωστε και ο πόνος μου, αλλά και η αγανάκτησή μου. Το πρόβλημά μου λοιπόν δεν είναι ο οικουμενικός θρόνος καθ’ εαυτόν, αλλά οι άνθρωποι που τον υπηρετούν επ’ εσχάτων των χρόνων και οι οποίοι με την πολιτεία τους αποδεικνύονται ανάξιοί του. Για τους τελευταίους εννοείται ότι αδυνατώ να αναιρέσω τους χαρακτηρισμούς μου περί θλιβερής κατάντιας και πνευματικού κατήφορου, τους οποίους μάλιστα στην πραγματικότητα τους θεωρώ και εξαιρετικά μετριοπαθείς. Όσο για το ότι ο Θεός δρα μέσα στον ιστορικό χρόνο, εκεί θα συμφωνήσω απόλυτα με τον π. Σωφρόνιο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι και τα όσα πράττουν οι ιεράρχες μας είναι πάντοτε εκ Θεού. Γιατί απλούστατα, βλέπετε, μέσα στον ίδιο ακριβώς ιστορικό χρόνο, δρα ταυτόχρονα και ο διάολος…